Οικογένεια και διαζύγιο
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΖΥΓΙΟ
Με αφορμή τη 15η Μαΐου, η οποία καθιερώθηκε το 1993 με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ ως «Διεθνής Ημέρα της Οικογένειας» θα αναπτυχθεί παρακάτω ένα θέμα που τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερες ελληνικές οικογένειες. Πρόκειται για το διαζύγιο, τη λύση δηλαδή της έγγαμης σχέσης με δικαστική απόφαση.
Κάθε διαζύγιο, ακόμη και το πιο πολιτισμένο, ενέχει ψυχικό πόνο για όλα τα μέλη της οικογένειας: για το ζευγάρι που χωρίζει, αλλά και για τα παιδιά του. Συνήθως, αναπτύσσονται έντονα και ανάμεικτα συναισθήματα όπως λύπη, θυμός, απογοήτευση, αγωνία, ενοχή κλπ. ενώ η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη. Ουσιαστικά η οικογένεια διέρχεται μία κατάσταση πένθους. Οι σύζυγοι πενθούν τη διάλυση της μεταξύ τους σχέσης και της οικογένειας που ήλπιζαν να δημιουργήσουν, ενώ τα παιδιά την οικογενειακή ζωή που είχαν και την παρουσία και των δύο γονέων στο σπίτι.
Πολλοί γονείς προβληματίζονται για τον τρόπο που θα ανακοινώσουν στα παιδιά τους την απόφασή τους να χωρίσουν. Συχνά το αναβάλλουν είτε γιατί οι ίδιοι δεν είναι έτοιμοι, είτε γιατί φοβούνται μήπως τα πληγώσουν. Όταν έχουν πλέον πάρει την οριστική απόφαση ότι θα χωρίσουν, πρέπει και οι δύο μαζί να εξηγήσουν με ήρεμο και σοβαρό τρόπο ότι δε θα είναι πια μαζί, ότι τα συναισθήματα μεταξύ των συζύγων καμιά φορά αλλάζουν, αλλά ότι αυτό που δεν αλλάζει είναι ότι αγαπούν τα παιδιά τους και θα συνεχίσουν να τα φροντίζουν σε ό,τι χρειαστούν. Καλό είναι να προσπαθήσουν να κρατήσουν τα παιδιά έξω από πιο λεπτομερειακές εξηγήσεις σε σχέση με τις αιτίες που τους οδήγησαν στο χωρισμό, καθώς αυτές αφορούν αποκλειστικά τη μεταξύ τους σχέση και όχι τα ίδια τα παιδιά.
Παράλληλα τα παιδιά χρειάζεται να διαβεβαιωθούν ότι δεν είναι υπεύθυνα τα ίδια για ότι συμβαίνει αλλά οι γονείς. Χρειάζεται να είναι ξεκάθαροι στις εξηγήσεις τους και να δώσουν χρόνο και χώρο στα παιδιά για να ρωτήσουν πράγματα και να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, χωρίς να τα πιέζουν. Τα παιδιά επίσης, έχουν ανάγκη να γνωρίζουν τις αλλαγές που θα τους συμβούν σε πρακτικά ζητήματα, όπως για παράδειγμα που και με ποιον θα μένουν, κάθε πότε θα βλέπουν τον άλλο γονέα κλπ. Μπορούν να εκφράσουν τις επιθυμίες και προτιμήσεις τους σχετικά με την οργάνωση της ζωήςτους μετά το διαζύγιο, ωστόσο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι εκείνα που θα πάρουν τις αποφάσεις. Αυτό θα ήταν κάτι που θα τα μπέρδευε και θα τους έδινε παραπάνω βάρος και εξουσία από ό,τι τους αναλογεί. Βοηθητικό επίσης είναι να ενημερώσουν οι γονείς το σχολείο, τους συγγενείς και φίλους και γενικά τα πρόσωπα που έρχονται συχνά σε επαφή με τα παιδιά έτσι ώστε να μπορούν και εκείνοι να τα στηρίξουν αν χρειαστεί. Φυσικά για τη γνωστοποίηση αυτή χρειάζεται να ενημερωθούν και τα ίδια τα παιδιά.
Μία από τις πιο συχνές ανησυχίες των γονέων είναι οι συνέπειες του διαζυγίου στα παιδιά και οι πιθανές αντιδράσεις που αυτά θα παρουσιάσουν. Η αναστάτωση που προκαλεί ένα διαζύγιο βιώνεται από κάθε παιδί διαφορετικά ανάλογα με την ηλικία του, την προσωπικότητά του, την θέση του στην οικογένεια κλπ.
Έτσι, τα παιδιά προσχολικής ηλικίας, τα οποία έχουν μεγαλύτερη ανάγκη τους γονείς τους και με αυτούς αισθάνονται μεγαλύτερη ασφάλεια, δυσκολεύονται να κατανοήσουν αυτό που συμβαίνει καθώς και τις αιτίες του. Αντιδρούν με έντονο θυμό και κλάμα αλλά και με περιόδους σιωπής. Μπορεί να παρουσιάσουν διαταραχές στον ύπνο, στο φαγητό, επιθετικότητα και παλινδρόμηση σε προηγούμενα αναπτυξιακά στάδια. Μπορεί επίσης να γίνουν φορτικά, απαιτητικά και να παρουσιάσουν προσκόλληση στον ένα γονέα, μιας και αισθάνονται θλιμμένα και τρομαγμένα.
Τα παιδιά σχολικής ηλικίας γίνονται νευρικά, νιώθουν θλίψη, θυμό και μπορεί να παρουσιάσουν επιθετικότητα και διάσπαση προσοχής. Αισθάνονται συχνά φόβο ότι θα εγκαταλειφθούν από τον ένα ή και τους δύο γονείς τους και αυτός ο φόβος μεγαλώνει αν διακοπεί η σχέση με τον ένα γονέα.
Οι έφηβοι σε αρκετές περιπτώσεις απέχουν από την οικογενειακή ζωή και απορροφώνται σε άλλες σχέσεις. Μπορεί να είναι θλιμμένοι, θυμωμένοι, να αρχίσουν να παραμελούν τις υποχρεώσεις τους και να παρουσιάσουν αντικοινωνική συμπεριφορά και άγχος. Οι παραπάνω εκδηλώσεις συνήθως εμφανίζονται σε έντονη μορφή για κάποιους μήνες και ύστερα αρχίζουν να υποχωρούν. Αν ωστόσο παρατείνονται και προκαλούν δυσλειτουργία στην καθημερινότητα του παιδιού, χρειάζεται να ζητηθεί βοήθεια από ειδικό.
Δεν είναι απαραίτητο ότι θα παρουσιάσουν δυσκολίες όλα τα παιδιά των οποίων οι γονείς χωρίζουν. Η προσαρμογή τους στη νέα κατάσταση γίνεται πιο εύκολη όταν οι γονείς και κυρίως ο γονέας που αναλαμβάνει τη φροντίδα τους είναι σε θέση να τα υποστηρίξει συναισθηματικά, χωρίς να έχει την προσδοκία ότι τα παιδιά θα τον βοηθήσουν και θα τον φροντίσουν. Πολύ σημαντικό είναι να υπάρχει άμεση επικοινωνία (και όχι μέσω των παιδιών) και συνεννόηση μεταξύ των γονέων σε θέματα που αφορούν τα παιδιά και να μην υποτιμά ή ακυρώνει ο ένας τον άλλο μπροστά τους. Επίσης, είναι επιβαρυντικό για τα παιδιά όταν ζητείται άμεσα ή έμμεσα από τον ένα γονέα να κάνουν συμμαχία μαζί του και να αποφεύγουν ή να κατασκοπεύουν τον άλλο. Τα παιδιά έχουν ανάγκη να έχουν ποιοτική σχέση και με τους δύο γονείς τους. Παράλληλα είναι βοηθητικό να κρατηθούν οι καθημερινές ρουτίνες καθώς και όρια που είχαν ήδη τεθεί, έτσι ώστε να αισθανθούν ασφάλεια και σταθερότητα. Πολύ χρήσιμη είναι και η ύπαρξη υποστηρικτικού δικτύου όπως φίλοι, συγγενείς και ειδικοί.
Το διαζύγιο είναι μία πολύ δύσκολη φάση για όλους. Ωστόσο δεν είναι τόσο αυτό που επιβαρύνει τα παιδιά, όσο η δυσλειτουργική σχέση των γονέων κατά τη διάρκεια του γάμου τους, αλλά και μετά. Τα περισσότερα παιδιά επιθυμούν να ζήσουν ευτυχισμένα και με τους δύο γονείς τους. Όλα όμως θα προτιμούσαν να ζήσουν με τον ένα γονέα τους παρά και με τους δύο σε ένα δυστυχισμένο γάμο.
Κουρίδου Πάττυ
Κλινική ψυχολόγος, συνεργάτης ΚΠΕ