Εξερευνώντας τη δύναμη της γραφής ή αλλιώς λέξεις που θεραπεύουν
Γράφει η Ελεονώρα Φουσφούκα, Ψυχολόγος Κινητής Μονάδας Ψυχικής Υγείας Χίου, Κέντρο Παιδιού και Εφήβου
Οι περισσότεροι από εμάς θα έχουμε την ανάμνηση του ημερολογίου με την κλειδαριά που κρατούσαμε φυλαχτό τις σκέψεις μας από τα αδιάκριτα βλέμματα στα παιδικά ή και εφηβικά χρόνια. Η ανάγκη της αφήγησης φαίνεται να είναι μια θεμελιώδης πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης. Από την προϊστορία μέχρι σήμερα, οι άνθρωποι αφηγούμαστε ιστορίες, μοιραζόμαστε συναισθήματα, εμπειρίες και αξίες. Αυτή η διαχρονική ανάγκη συνδέεται στενά με τη θεραπευτική γραφή, η οποία χρησιμοποιεί την αφήγηση ως εργαλείο για την ψυχική ευημερία. Η γραφή έχει τη δύναμη να θεραπεύσει σώμα και ψυχή. Καταθέτοντας τα συναισθήματά μας στο χαρτί βελτιώνουμε τη συναισθηματική μας διάθεση και επιτυγχάνουμε να έχουμε καλύτερη ποιότητα ζωής.
Ο όρος Θεραπευτική γραφή είναι «το σκόπιμο και εκ προθέσεως γράψιμο που βασίζεται σε εμπειρίες ζωής με στόχο να υπάρξουν περαιτέρω επιθυμητά αποτελέσματα» (Adams,1999). Η διαφορά με το ημερολογιακό γράψιμο έγκειται στο ότι αυτού του είδους το γράψιμο έχει συγκεκριμένο σκοπό και οδεύει σε κάποιο στόχο ο οποίος έχει οριστεί είτε από τον γράφοντα είτε από τον θεραπευτή (Adams, 2011). Η ανατροφοδότηση είναι ένα από τα στοιχεία που διαφοροποιούν τη θεραπευτική γραφή από την απλή ημερολογιακή. Στην ανατροφοδότηση ο γράφοντας διαβάζει όσα έγραψε και στη συνέχεια γράφει μια αντανάκλαση, έναν στοχασμό σχετικά με αυτά που παρατηρεί (Διδαγγέλου, 2018).
Πολλές μελέτες αποδεικνύουν τα οφέλη που μπορεί να προσφέρει στους ανθρώπους το γράψιμο και συγκεκριμένα έχει αποδειχθεί ότι η θεραπευτική γραφή ενισχύει την ανοσολογική λειτουργία και μειώνει τα επίπεδα άγχους και κατάθλιψης, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι αμέσως μετά από θεραπευτικό γράψιμο, παρατηρείται χαμηλότερη αρτηριακή πίεση και χαμηλοί καρδιακοί παλμοί. Άνθρωποι που δεσμεύονται με τη θεραπευτική γραφή αναφέρουν ότι νιώθουν πιο χαρούμενοι σε σχέση με αυτό που ένιωθαν προτού γράψουν. Ενώ άλλες έρευνες εντόπισαν βελτίωση στην συνολική αίσθηση της ευεξίας και συναισθηματικής σταθερότητας (Pennebaker, 2004).
Σύμφωνα με την ψυχοθεραπεύτρια και ειδικό στην θεραπευτική γραφή Kathleen Adams, το γράψιμο μπορεί να λειτουργήσει είτε συμπληρωματικά είτε αυτόνομα στη διαδικασία της ψυχοθεραπείας. Αυτή η διαδικασία προσφέρει ένα είδος καθρεφτίσματος των εσωτερικών μας σκέψεων, επιτρέποντάς μας να επεξεργαστούμε τα συναισθήματα και τις εμπειρίες μας, προάγοντας έτσι την κάθαρση και την ψυχική ευημερία. Μέσα από την γραφή, οι άνθρωποι μπορούν να ανακαλύψουν νέες οπτικές γωνίες, να εκφράσουν δύσκολα συναισθήματα και να ενδυναμώσουν τη σύνδεση με τον εαυτό τους.
Αυτό που καθιστά ιδιαίτερη την θεραπευτική γραφή είναι η δυνατότητα άνευ όρων έκφρασης, που επιτρέπει στους συμμετέχοντες να μοιραστούν ελεύθερα τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους. Αυτή η εμπειρία της ελευθερίας και της αυτοέκφρασης προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία για εσωτερική εξερεύνηση και ανάπτυξη, καθιστώντας την ένα αποτελεσματικό εργαλείο στη θεραπευτική διαδικασία.