Μεγαλώνοντας ένα δίγλωσσο παιδί…
Γράφει η Κάμπουρα Αριάννα, Λογοθεραπεύτρια Τμήματος Παιδιών και Εφήβων...
Μία κατηγορία δίγλωσσων ατόμων είναι τα παιδιά που προέρχονται από δίγλωσσες οικογένειες και καθημερινά επικοινωνούν, προαιρετικά ή υποχρεωτικά, σε δύο γλώσσες. Τα παιδιά αυτά μεγαλώνουν από τη στιγμή της γέννησής τους σε δίγλωσσο περιβάλλον, καθώς οι γονείς τους κατάγονται από διαφορετικές χώρες και μιλούν δύο διαφορετικές γλώσσες. Ως μητρική ορίζεται η μία από τις δύο γλώσσες που το άτομο κατακτά στα πρώτα χρόνια της ζωής του, μέσω της επαφής του με το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνει.
Οι γονείς που μεγαλώνουν ένα δίγλωσσο παιδί συχνά αναρωτιούνται «πότε πρέπει το παιδί μου να χρησιμοποιεί τη μητρική και πότε τη δεύτερη γλώσσα;», «πόσο καλά πρέπει να γνωρίζει την κάθε γλώσσα;», «θα μπορέσει να κατακτήσει επαρκώς και τις δύο γλώσσες ή θα αντιμετωπίσει προβλήματα;».
Τι πρέπει να γνωρίζουν οι γονείς που μεγαλώνουν ένα δίγλωσσο παιδί;
• Οι γονείς πρέπει να αντιμετωπίζουν την εκμάθηση των δύο γλωσσών ως μια φυσιολογική διαδικασία. Δεν είναι ωφέλιμο να υπενθυμίζουν συνεχώς στο παιδί να χρησιμοποιεί τη δεύτερη γλώσσα και να επιδεικνύει τις λέξεις που ξέρει μπροστά σε συγγενείς, φίλους ή γνωστούς.
• Μία συνομιλία πρέπει να ολοκληρώνεται στη γλώσσα στην οποία ξεκίνησε. Οι γονείς δε πρέπει να μεταπηδούν από τη μία γλώσσα στην άλλη κατά τη διάρκεια του διαλόγου.
• Τουλάχιστον ένας από τους δύο γονείς είναι απαραίτητο να χειρίζεται τη δεύτερη γλώσσα σε ικανοποιητικό βαθμό.
• Οι γονείς πρέπει να κατανοούν και τις δύο γλώσσες. Όταν ο ένας γονιός μιλάει με το παιδί, ο άλλος γονιός πρέπει να καταλαβαίνει τη συνομιλία.
Η σταθερότητα στη χρήση των δύο γλωσσών μέσα στο σπίτι είναι απαραίτητη. Για παράδειγμα, αν οι γονείς χρησιμοποιούν μεταξύ τους τη μία γλώσσα, αυτή θα πρέπει να συνεχίσουν να χρησιμοποιούν. Το ίδιο συμβαίνει και με συγκεκριμένες «ρουτίνες», όπως είναι η ώρα του φαγητού ή του μπάνιου, κατά τη διάρκεια των οποίων θα ήταν καλό να χρησιμοποιείται πάντα μία συγκεκριμένη γλώσσα. Ακόμα, εάν ο ένας γονιός μιλάει με το παιδί στη μητρική γλώσσα και ο άλλος γονιός στη δεύτερη γλώσσα, η συνήθεια αυτή πρέπει να σταθεροποιηθεί και να μην αλλάξει κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του παιδιού.
Έρευνες οι οποίες έχουν συγκρίνει μονόγλωσσα και δίγλωσσα παιδιά σε διάφορες ηλικίες, καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι τα δίγλωσσα παιδιά δεν υστερούν σε τίποτα από τα παιδιά που έχουν μόνο μία μητρική γλώσσα. Τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, ο λόγος και στις δύο ομάδες παιδιών εξελίσσεται με παρόμοιο ρυθμό. Το παιδί που έρχεται στον κόσμο σε ένα δίγλωσσο περιβάλλον οφείλει να μυηθεί και στις δύο γλώσσες, καθώς η κάθε μία γλώσσα φέρει και την πολιτιστική κληρονομιά του λαού που τη μιλά.
Πληροφορίες: Τμήμα Παιδιών και Εφήβων, Κέντρο Παιδιού και Εφήβου, Εγκρεμού 30, Χίος, τηλ 2271020000(εσωτ.1), www.kpechios.gr